Δευτέρα 5 Ιουνίου 2017

γιατί αποτυγχάνει ο θεσμός της αξιολόγησης εκπαιδευτικού έργου στην Ελλάδα;


Οι νόμοι 2525/1997 και ο 2986/2002 καθώς και το  τελευταίο Π.Δ. υπ’αριθμ.152 .ΦΕΚ240/2013 που αφορούσαν στην «αξιολόγηση των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευση» και που όπως αναφέρεται ανάμεσα στα άλλα, επιχειρείται η βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης, έμειναν ανεφάρμοστοι. Κάποιοι από τους λόγους που δεν προχώρησε η αξιολόγηση θεωρώ ότι είναι:
α) Η αποσαφήνιση της έννοιας της αξιολόγησης και της ποιότητας στην εκπαίδευση. Η έννοια της ποιότητας στην εκπαίδευση που συνδέεται και με την αξιολόγηση, είναι μια αμφισβητούμενη έννοια και δεν είναι εύκολο να οριστεί. Όπως αναφέρει ο Δούκας: “η ποιότητα αποτελεί μια αμφισβητούμενη έννοια όπως η «τέχνη», η «θρησκεία» και η «δημοκρατία» και θα πρέπει να εστιάζουμε την προσοχή μας όχι σε μια μάταιη αναζήτηση του εννοιολογικού προσδιορισμού της αλλά όπως υποδεικνύει ο Wittgenstein,(1953,1958) στις χρήσεις της έννοιας σε συγκεκριμένο συγκείμενο στο πλαίσιο του οποίου γίνεται η επίκλησή της (Δούκας,1999).
β) ο φόβος της απόλυσης και η καχυποψία των εκπαιδευτικών απέναντι στα πολιτικά συστήματα και τις προθέσεις τους. Η αξιολόγηση, είναι μια δύσκολη διαδικασία ξένη και μακριά από την κουλτούρα του ΄Ελληνα εκπαιδευτικού, ο οποίος πολλές φορές την αντιμετωπίζει με καχυποψία και δυσπιστία, ιδιαίτερα όταν δεν είναι ξεκάθαρες οι απαιτήσεις και οι στόχοι  των αξιολογητών. Ένα σύστημα αξιολόγησης που αφήνει περιθώρια αμφισβήτησής του, αντιμετωπίζεται με δυσπιστία και απαιτείται διαφάνεια σε όλα τα στάδια των διαδικασιών αξιολόγησης. Η διαθεσιμότητα-απόλυση εκπαιδευτικών τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης (ν.4172/2013), η οποία μάλιστα συνέβη χωρίς καμία προηγούμενη αξιολόγησή τους, επιβεβαίωσε την καχυποψία των εκπαιδευτικών απέναντι σε πρακτικές αξιολόγησης που θεωρούν, ότι εντέλει θα στηρίζεται σε αδιαφανείς διαδικασίες και  δε θα έχουν σα στόχο την ποιοτική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού, αλλά απλά θα τον οδηγούν σε έξοδο.
β) η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού από τον κεντρικό φορέα, το κράτος. Η απουσία εξωτερικών μηχανισμών αξιολόγησης (τελικής) και εσωτερικών μηχανισμών αξιολόγησης (διαμορφωτικής). Η απροσδιοριστία της τυπικής αξιολόγησης της σχολικής μονάδας, του εκπαιδευτικού και της διδασκαλίας.
γ) Οι συνδικαλιστικοί φορείς των εκπαιδευτικών, οι οποίοι φαίνεται να επηρεάζουν τη διαδικασία της αξιολόγησης σθεναρά και με αρνητικό πρόσημο μιας και έχει εκφραστεί η δυσπιστία της ένωσης απέναντι στις προθέσεις του υπουργείου. Η αξιολόγηση που πιθανά θα συνδέονταν με την άρση της μονιμότητας και την απόλυση, παρά τις διαβεβαιώσεις του υπουργείου ότι οι προθέσεις του είναι αγνές και πηγάζουν από το ενδιαφέρον για τη βελτίωση της εκπαιδευτικής πραγματικότητας ,δε φαίνεται να έπεισε τους εκπαιδευτικούς που αρνήθηκαν στην πλειοψηφία τους, να συμμετάσχουν στη διαδικασία της αξιολόγησης.
δ) Η αξιολόγηση είναι μια δύσκολη ψυχολογικά διαδικασία για τους περισσότερους επαγγελματίες και  δημιουργεί άγχος και ανασφάλεια. Ο ίδιος ο εκπαιδευτικός αναρωτιέται για τη χρησιμότητα μιας τέτοιας αξιολόγησης όταν αντίστοιχα δεν αποτελεί κοινωνική απαίτηση να  μπαίνουν σε αυτή τη διαδικασία και άλλα επαγγέλματα όπως ο γιατρός, ο δικηγόρος κ.λ.π.
II. Η προσωπική μου άποψη είναι πως όχι, δεν ωφελήθηκε η εκπαιδευτική διαδικασία αλλά ούτε και η εκπαιδευτική κοινότητα εν γένει.. Τα νέα δεδομένα όπως διαμορφώνονται στην αγορά εργασίας, οι αλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, η ανάπτυξη της τεχνολογίας καθιστούν αναγκαία τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης, μέσω της ποιοτικής αναβάθμισης των εκπαιδευτικών αλλά και όλων των παραγόντων που συντελούν στο εκπαιδευτικό έργο. Η αναγνώριση και προώθηση της ποιοτικής διδασκαλίας απαιτεί τη δημιουργία ενός αξιόπιστου συστήματος που θα λειτουργεί προτρεπτικά  προς όλους τους εκπαιδευτικούς που ενδιαφέρονται για τη βελτίωση της απόδοσής τους και της αποτελεσματικής τους προσφοράς μέσα στο χώρο εργασίας τους. Ο καθορισμός των στοιχείων που καθορίζουν την αποτελεσματικότητα των σχολείων των εκπαιδευτικών, της μαθησιακής διαδικασίας δεν είναι εύκολη υπόθεση και δεν μπορεί να είναι κοινός για όλα τα σχολικά περιβάλλοντα. Η εκπαιδευτική πολιτική συνδέεται με οικονομικά κριτήρια και πολιτικές σκοπιμότητες. Τα μοντέλα που προωθούνται στην εκπαίδευση έχουν σχέση με τις  οικονομικές επιστήμες και έννοιες όπως τις καμπύλες εκπαιδευτικής παραγωγής, εισροές, εκροές. Στην έκτακτη σύνοδο του Ευρωπαϊκού συμβουλίου στη Λισσαβόνα (2000) τίθεται ξεκάθαρα ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να γίνει « η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης ανά την υφήλιο». Κρίνεται λοιπόν αναγκαία και επιβεβλημένη σε μια σύγχρονη εποχή  η αλλαγή του τρόπου σκέψης,  η εκπαίδευση στην Ελλάδα, δεν μπορεί να εμμένει σε πρακτικές του χθες αλλά χρειάζεται να αφουγκράζεται και να συμβαδίζει με την εποχή της . Από την άλλη η εκπαίδευση ως δημόσιο αγαθό έχει ανάγκη τον επαναπροσδιορισμό της σε βασικές θεσμικές  της λειτουργίες και τον επανακαθορισμό του ρόλου του σχολείου ώστε αυτό να επανακτήσει τη χαμένη παιδαγωγική και μορφωτική του ιδιότητα.
ΙΙΙ.  Υπάρχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τους σκοπούς, τους στόχους, τις κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις και λειτουργίες της εκπαίδευσης. Οι παράγοντες (εξωτερικοί και εσωτερικοί) που εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι πολλοί και σύνθετοι και είναι αναγκαίο να λαμβάνεται υπόψη ο πολυδιάστατος χαρακτήρας της προτού αποφανθούμε και καταλήξουμε σε συμπεράσματα αναφορικά με το τι συνιστά έναν εκπαιδευτικό αποτελεσματικό και πώς αυτό επιτυγχάνεται. Θεωρώ ότι η εκπαίδευση στην Ελλάδα χρειάζεται αναμόρφωση και διαδικασίες αξιολόγησης που θα ενισχύσουν και θα βελτιώσουν την παρεχόμενη εκπαίδευση. Οι πιο σημαντικοί παράγοντες για την αξιολόγηση κατά τη γνώμη μου είναι ο στρατηγικός σχεδιασμός και η υιοθέτηση συγκεκριμένης φιλοσοφίας. Αρχές όπως η δικαιοσύνη, η ακεραιότητα, ο σεβασμός, η συλλογικότητα, η συνεχής αξιολόγηση και  η ενημέρωση της πολιτείας,  είναι βασικές για την επίτευξη της ποιοτικής αξιολόγησης. Οι αλλαγές στους νόμους και οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα  γίνονται κυρίως διαισθητικά, εκ του προχείρου και απουσία σχεδιασμού. Κατά τη γνώμη μου απαιτείται σταδιακή αλλαγή και εφαρμογή των διαδικασιών. Κάθε αλλαγή συνδέεται με φόβο, αναστάτωση, σύγχυση για τα εμπλεκόμενα μέρη και απαιτείται χρόνος για την προσαρμογή και την υιοθέτηση νέας κουλτούρας. Τα πιο σημαντικά στοιχεία αξιολόγησης σήμερα, είναι η αρχαιότητα και  τα τυπικά προσόντα. Πηγές αξιολόγησης όμως χρειάζονται πολλές για να έχουμε πληρέστερη εικόνα του εκπαιδευτικού. Ποια θεωρείται σημαντική; Η αξιολόγηση από τον διευθυντή, η αξιολόγηση από τους γονείς, τους μαθητές ή μήπως από τα μαθησιακά αποτελέσματα; Ή από την επαγγελματική του δραστηριότητα, τη συμμετοχή του σε ομάδες εργασίας και την αξιολόγηση συναδέλφων; Ή μήπως την αυτοαξιολόγηση; Όλες αυτές θα μπορούσαν να θεωρηθούν σημαντικές πηγές αν δεν υπεισέρχονταν τα υποκειμενικά κριτήρια και τα προσωπικά συμφέροντα. . Ένας εκπαιδευτικός έχει τη δυνατότητα βελτίωσης καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του μέσα από διαδικασίες  όπως, επιμορφώσεις, μεταπτυχιακά, σπουδές σε άλλα αντικείμενα γίνεται πιο αποτελεσματικός.
Ø  Η επαγγελματική επιμόρφωση του εκπαιδευτικού στην Ελλάδα όπως συμβαίνει σήμερα, έχει εθελοντικό χαρακτήρα  ενώ μπορεί να μην έχει και συνέχεια. Οι ώρες επιμόρφωσης σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 80 για να υπάρξει ουσιαστική μάθηση.
Ø  Οι εφαρμογές των όσων έμαθε, σε θέματα προγραμματισμού και διδασκαλίας μέσα από τη διαμορφωτική αξιολόγηση, απουσιάζουν και μένει στη θεωρία.
Ø  Η διδασκαλία τεχνικών είναι σημαντικό, να μην είναι γενικόλογη και αφηρημένη αλλά να αφορά σε ένα καθορισμένο σχολικό πλαίσιο, σύμφωνα με τις ανάγκες του εκάστοτε σχολείου και προσαρμοσμένο αναλυτικό πρόγραμμα. Κάθε σχολείο έχει διαφορετικές ανάγκες. Οι προτεραιότητες και οι ανάγκες κάθε σχολείου διαμορφώνουν και το πλαίσιο των επιμορφώσεων έτσι ώστε να έχουν νόημα για τον εκπαιδευτικό.
Ø  Η αλλαγή κουλτούρας προς μια κατεύθυνση συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος και δεν παρατηρείται στα ελληνικά σχολεία. Η μη πρόβλεψη ωρών στο σχολικό πρόγραμμα  για τη δημιουργία ομάδων συνεργασίας, με όλα τα δυνατά οφέλη που προκύπτουν δημιουργούν ή και ενισχύουν το αίσθημα απομονωτισμού και το αυξημένο αίσθημα αυτονομίας.
Παραθέτω παρακάτω ένα παράδειγμα αξιολόγησης όπως εφαρμόστηκε σε χώρες του εξωτερικού. Τα Τεστ Σημαντικών Συνεπειών συνδέονται με τη θεωρία παρακίνησης των εκπαιδευτικών. Σύμφωνα με αυτήν οι εκπαιδευτικοί έχουν ανάγκη την εξωτερική παρακίνηση αμοιβή, απειλή, τιμωρία. Η αξιολόγηση αφορά σε μέτρηση επιδόσεων των μαθητών, την αναγνώριση ελλείψεων και την προσαρμογή των διδακτικών προσεγγίσεων (αλλαγή στα αναλυτικά προγράμματα, επιμορφώσεις). Έτσι επιβραβεύονται οι μαθητές με καλές επιδόσεις αλλά και αξιολογείται το έργο των εκπαιδευτικών σε σχέση με τα μαθησιακά αποτελέσματα ενώ συνδέεται με τη μονιμότητα, τις αποζημιώσεις (bonus),ή την απόλυση. Επιπλέον πληροφορούν την κοινωνία δημοσιεύοντας τα αρνητικά ή θετικά αποτελέσματα μιας μέτρησης, πιστεύοντας ότι έτσι θα βοηθηθούν οι γονείς και οι μαθητές να επιλέξουν  το καλύτερο σχολείο, ενώ το κράτος επιδεικνύει ένα κοινωνικό πρόσωπο, ότι «εργάζεται» προς όφελος της κοινωνίας οδηγώντας ακόμα και σε κλείσιμο σχολικής μονάδας όταν αυτή θεωρήθηκε ανεπαρκής. Τα συγκεκριμένα τεστ έχουν δείξει ότι οι εκπαιδευτικοί παρωθούνται να βελτιωθούν αλλά έχουν επίσης δείξει στις χώρες που έχουν εφαρμοστεί ότι εστιάζουν κυρίως στην τελική αξιολόγηση και λιγότερο στη διαμορφωτική. Οι θετικές επιδράσεις αυτής της εκπαιδευτικής πολιτικής, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αφορούν στη λογοδοσία όλων και όχι μόνο των μαθητών με τελικό αποδέκτη το μαθητή και τη δημιουργία υψηλών προσδοκιών για όλους. Τα αρνητικά εστιάζουν στην επικέντρωση της διδασκαλίας στην υψηλή επίδοση στα συγκεκριμένα τεστ  και να αγνοούν ή να αδιαφορούν για τη μαθησιακή διαδικασία στο σύνολό της. Επιπλέον η απομόνωση των άλλων συνιστωσών που επιδρούν στους μαθητές (οικογενειακό περιβάλλον) δεν μπορούν να ανιχνευθούν. Η σημασία της διαμορφωτικής αξιολόγησης με αυτά τα τεστ φαίνεται να μην τονίζεται και η έμφαση δίνεται στην τελική αξιολόγηση. Η διαμορφωτική αξιολόγηση έχει σα στόχο την βελτίωση και ανάπτυξη του εκπαιδευτικού. Προσωπικά θεωρώ τη σύγκριση και αντιπαραβολή του εκπαιδευτικού με συναδέλφους και την αριθμητική αποτίμηση του έργου του,  μη εφικτή με ηθικές προεκτάσεις στον ίδιο και γενικότερα στην κοινωνία (μπορεί να τον αναδείξει ή να τον στιγματίσει).
Ερωτήματα που δυσκολεύουν την ποσοτική μέτρηση και την απλή παράθεση βαθμολογίας σε έναν εκπαιδευτικό μπορεί να είναι τα ακόλουθα:τι συνιστά ακριβώς έναν εκπαιδευτικό αποτελεσματικό; Μπορεί ο εκπαιδευτικός να δει το σχολείο σαν επιχείρηση που λειτουργεί με οικονομικούς δείκτες; Είναι ηθική η μονομερής αξιολόγηση και δημοσίευση των αποτελεσμάτων; Και εν κατακλείδι υπάρχει μέτρηση και αξιολόγηση για το  μεράκι και την αγάπη του εκπαιδευτικού για την «δουλειά» του;
Βιβλιογραφία
  • Δούκας,Χ.,(1999),Ποιότητα και αξιολόγηση στην εκπαίδευση. Συνοπτική ερευνητική επισκόπηση, Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο
  • Καρατζιά-Σταυλιώτη,Ε.,Λαμπρόπουλος,Χ.,(2006),Αξιολόγηση, αποτελεσματικότητα και ποιότητα,Gutenberg,Αθήνα
  • Κριεμάδης,Θ.,(2012),Διοίκηση σχολικών μονάδων με έμφαση στην ποιότητα, Νομική βιβλιοθήκη, Αθήνα

Τεχνική-Επαγγελματική Εκπαίδευση στην Ελλάδα...η πολύπαθη


Η... πολύπαθη τεχνική- επαγγελματική εκπαίδευση στην Ελλάδα
Η συγκεκριμένη εργασία επιδιώκει να εξετάσει το θεσμό της τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Θα επιχειρήσω μια ιστορική ανασκόπηση του θεσμού από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας, προκειμένου να γίνει φανερή η αλλαγή που επιχειρήθηκε στο θεσμό και αναφορά στη νομοθεσία που διέπει την τεχνική εκπαίδευση. Ιδιαίτερη  έμφαση θα δοθεί στους στόχους που εξυπηρετεί καθώς και στις βασικές πτυχές της. Επιπλέον θα επιχειρήσω να αναλύσω επιστημονικά τη βάση αυτής της πολιτικής μέσα από την λογική της νομοθεσίας. 
Λέξεις – κλειδιά
Τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση, επίλυση λαθών(Kotter), σύνδεση εργασίας και σχολείου, περιθώριο
Ιστορική ανασκόπηση-ορόσημα
Στην εποχή της αρχαιότητας, η έννοια της εκπαίδευσης αφορούσε στην αγωγή του πνεύματος, στη διάπλαση του χαρακτήρα και του σώματος. Η εκμάθηση της τέχνης και του εμπορίου και γενικά οποιαδήποτε δραστηριότητα  είχε σχέση με την παροχή εκπαίδευσης  και ταυτόχρονα σχέση οικονομική, θεωρούνταν χυδαία, θυμηθείτε στον διάλογο του Πλάτωνα τον «Πρωταγόρα» όπου ο Σωκράτης, κατηγορεί το σοφιστή για εμπορευματοποίηση της γνώσης και προειδοποιεί τον Ιπποκράτη και τους νέους για το πού εμπιστεύονται το σώμα τους και το πνεύμα τους. Η εκμάθηση μιας τέχνης θεωρούνταν  «βάρβαρη» ενασχόληση που δε δικαιούται το όνομα της εκπαίδευσης, και γι’ αυτό είχε κληρονομικό κυρίως χαρακτήρα. Ως εκ τούτου δε διδάσκονταν, αλλά τα παιδιά μαθήτευαν δίπλα στους γονείς τους.
Το 1828 την εποχή του Καποδίστρια και με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους ιδρύεται το πρώτο διδασκαλείο στην Αίγινα και η ανάγκη για εκμάθηση τεχνικών δεξιοτήτων προβάλλει επιτακτική. Τότε γίνεται και η πρώτη συστηματική και οργανωμένη προσπάθεια για ομαδική εκπαίδευση ατόμων στα επαγγέλματα, γεννιέται δηλαδή η επαγγελματική εκπαίδευση.
Το 1829 ιδρύεται το Γεωργικό σχολείο στην Αργολίδα και το 1836 ιδρύεται το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Αρχικά λειτούργησε σαν τεχνικό σχολείο κατώτατης εκπαίδευσης και στη συνέχεια σα σχολή Ανώτατης εκπαίδευσης αρχιτεκτόνων, μηχανικών και καλών τεχνών.
Το 1882 ιδρύονται ναυτικές σχολές και το 1894 ιδιωτικές βιοτεχνικές σχολές του Ρουσόπουλου και του Προμηθέα.
Ακολουθεί  το 1901 η ίδρυση στη Λάρισα της γεωργικής σχολής και το 1903 η μέση εμπορική σχολή Αθηνών.
Το 1925 η Σιβιτανίδειος σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων και την προηγούμενη χρονιά η Δημόσια σχολή Ναυτικών Επαγγελμάτων.
Το 1948 ιδρύεται η σχολή Νοσοκόμων.
Το 1959 ιδρύεται το Ζάννειο Τεχνικό Γυμνάσιο και η ΣΕΛΕΤΕ (σχολή εκπαιδευτικών λειτουργών Επαγγελματικής και Τεχνικής εκπαίδευσης) και  η οποία μετονομάστηκε σε ΑΣΠΑΙΤΕ. 
Το 1970 ιδρύονται τα ΚΑΤΕΕ τα σημερινά ΑΤΕΙ.
Μετά τη μεταπολίτευση η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη και οι εξελίξεις οδηγούν σε αναδιοργάνωση της τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης και την ψήφιση το 1977 τουν.576/77, «Περί οργανώσεως και διοικήσεως της Μέσης και Ανωτέρας Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως» που προέβλεπε την ίδρυση  σε ΤΕΣ (Τεχνικές Επαγγελματικές Σχολές) και αντίστοιχα τα ΤΕΛ (Τεχνικά Επαγγελματικά Λύκεια). 
Οι ΤΕΣ και τα ΤΕΛ ανήκουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση,ν.1566/1985
Οι ΤΕΣ και τα ΤΕΛ καταργήθηκαν το 1998 και με το νόμο 2640/98 λειτουργούν τα ΤΕΕ.
Οι ΤΕΕ καταργήθηκαν το 2006 και στη θέση τους ιδρύονται τα ΕΠΑΛ (Επαγγελματικά Λύκεια) και οι ΕΠΑΣ (Επαγγελματικές Σχολές), νόμος 3475/2006.
Το 2013 σύμφωνα με το νόμο 4186/13,οι ΕΠΑΣ καταργήθηκαν και μαθητές και εκπαιδευτικοί μεταφέρονται στα ΕΠ.ΑΛ.
Μέρος Α
Σκοπός της τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης,ν.2640/98 ΦΕΚ Α206/1998
Η δευτεροβάθμια τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση αποβλέπει σύμφωνα και με τις επιδιώξεις του άρθρου 1 του νόμου 2009/1992, στο συνδυασμό της γενικής παιδείας με την εξειδικευμένη τεχνική και επαγγελματική γνώση, με σκοπό την επαγγελματική ένταξη στην αγορά εργασίας.
Η τεχνική – επαγγελματική εκπαίδευση παρέχονταν στα Τ.Ε.Ε τα οποία ανήκαν στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση και οι σπουδές διαρκούσαν έως και 3 έτη. Λειτουργεί ο Α΄ κύκλος σπουδών, ο οποίος διαρκεί 2 έτη και στους μαθητές χορηγείται πτυχίο επιπέδου 2. Ο μαθητής είχε τις εξής επιλογές:
Α. να λάβει άδεια άσκησης επαγγέλματος
Β. να συνεχίσει στον κύκλο Β των ΤΕΕ,
Γ. να γραφτεί στο Β΄τάξη του Ενιαίου Λυκείου αντίστοιχης ειδικότητας
Οι μαθητές που αποπεράτωναν το Β΄κύκλο σπουδών είχαν τις εξής επιλογές:
Α. να συμμετάσχουν στις πανελλαδικές εξετάσεις
Β. να γραφτούν σε ΙΕΚ
Γ. να λάβουν άδεια άσκησης επαγγέλματος
Δ. κατόπιν εξετάσεων να τους δοθεί πτυχίο επιπέδου 3
Τα αναλυτικά προγράμματα των Τ.Ε.Ε περιλάμβαναν τόσο μαθήματα γενικής παιδείας όσο και ειδικοτήτων. Τα μαθήματα ειδικοτήτων χωρίζονταν σε θεωρητικά και εργαστηριακά μαθήματα και γίνονταν στο χώρο του σχολείου και αντίστοιχα τα εργαστήρια σε ανεξάρτητες σχολικές μονάδες με ανάλογες υποδομές τα Σ.Ε.Κ. (Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης). Οι μαθητές δεν μπορούσαν να υπερβούν τους 30.
Την εκπαίδευση αναλάμβαναν στην πλειονότητά τους, εκπαιδευτικοί απόφοιτοι ΤΕΙ και ΤΕΛ (τεχνικών λυκείων) οι οποίοι είχαν παρακολουθήσει τη ΣΕΛΕΤΕ για 9 μήνες ή απόφοιτοι ΑΕΙ με παιδαγωγική επάρκεια, οι οποίοι ήταν σε ποσοστό πολύ λιγότεροι.
Σκοπός της φοίτησης των μαθητών στα Τ.Ε.Ε.(ΦΕΚ Α206/98) είναι μέσω της τεχνικής κατάρτισης και γενικής παιδείας, η διαμόρφωση επαγγελματικής συνείδησης και η απόκτηση τεχνικών δεξιοτήτων ώστε να μπορούν να ασκήσουν αυτόνομο τεχνικό επάγγελμα. Θεωρούνταν δηλαδή επαρκείς οι μαθητές αφού έπαιρναν το πτυχίο 2ετούς φοίτησης, Α επιπέδου, στα 17 τους έτη να ασκήσουν επάγγελμα (π.χ. ηλεκτρολόγος, βρεφονηπιοκόμος, ψυκτικός κ.λ.π.). Θα ήθελα εδώ να καταθέσω την προσωπική εμπειρία μου στα ΤΕΕ. Αμφισβητήθηκε έντονα σε συλλόγους από πολλές πλευρές –και την υποφαινόμενη-η επάρκεια των μαθητών σε τεχνικές γνώσεις ώστε με το πτυχίο Α (το οποίο προσυπογράφαμε οι εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων) να μπορούν έστω και ως βοηθοί να ασκούν επάγγελμα. Οι μαθητές δεν είχαν το χρόνο αλλά και την ωριμότητα, κατά τη γνώμη μου να αφομοιώσουν τις πληροφορίες και γνώσεις και αυτό συνιστούσε μια ακόμα και επικινδυνότητα για την κοινωνία.
Νόμος 3475/06 - ΦΕΚ146/2006
Άρθρο 1 Σκοπός
Η δευτεροβάθμια επαγγελματική εκπαίδευση αποβλέπει στο συνδυασμό της γενικής παιδείας (ν.1566/1985) με την
τεχνική επαγγελματική γνώση, με ειδικότερο σκοπό:
α) την ανάπτυξη των ικανοτήτων, της πρωτοβουλίας, της δημιουργικότητας και της κριτικής σκέψης των μαθητών,
β) τη μετάδοση των απαιτούμενων τεχνικών και επαγγελματικών γνώσεων και την ανάπτυξη των συναφών δεξιοτήτων τους,
γ) την παροχή στους μαθητές των απαραίτητων γνώσεων και εφοδίων για τη συνέχιση των σπουδών τους στην επόμενη εκπαιδευτική βαθμίδα.
Η τεχνική εκπαίδευση παρέχεται στα ΕΠ.ΑΛ και στις ΕΠ.ΑΣ ανήκουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και παρέχονται μαθήματα γενικής παιδείας και τομέων.
Διαφορές ΤΕΕ-ΕΠΑΛ
Η φοίτηση είναι τριετής. Στην Α και στη Β τάξη οι μαθητές παρακολουθούν μαθήματα κοινά και του κύκλου που επιλέγουν υποχρεωτικά. Στη Β τάξη χωρίζονται τα τμήματα σε τομείς. Στη Γ τάξη χωρίζονται σε ειδικότητες και είναι υποχρεωμένοι οι μαθητές να παρακολουθούν μαθήματα ειδικότητας και τα γενικής παιδείας που ορίζονται κατά ειδικότητα. Οι μαθητές μειώνονται και δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τους 25. Στους μαθητές χορηγούνται δωρεάν τα διδακτικά βιβλία και τα λοιπά διδακτικά μέσα. Επίσης μπορεί να χορηγούνται κρατικές υποτροφίες. Το Δημόσιο καλύπτει τις δαπάνες της ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης των μαθητών που έπαθαν ατύχημα κατά την άσκηση στα εργαστήρια των ΕΠΑ.Λ., κατά το μέρος που οι δαπάνες αυτές δεν καλύπτονται από άμεση ή έμμεση ασφάλιση. (άρθρο 4,ΦΕΚ 146/2006).Με την αποφοίτηση λαμβάνουν Επαγγελματικό Πτυχίο Ειδικότητας επιπέδου 4(αντίστοιχο των ευρωπαϊκών).
Τα μαθήματα διδάσκονται από εκπαιδευτικούς γενικής παιδείας και ειδικοτήτων. Τα εργαστηριακά μαθήματα αποκλειστικά από εκπαιδευτικούς αντίστοιχων τεχνικών ειδικοτήτων με ανάθεση οι οποίοι είναι κυρίως απόφοιτοι ΤΕΙ με παιδαγωγική επάρκεια (ΣΕΛΕΤΕ) και λιγότεροι πανεπιστημιακής μόρφωσης. 
Μέρος Β
Η σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας συνιστά αναγκαία πραγματικότητα. Οι επιταγές της ευρωπαϊκής ένωσης, η σύνδεση της εκπαιδευτικής και οικονομικής πολιτικής, δηλαδή του σχολείου με την οικονομία ως παράγοντα ανάπτυξης, προβάλλει τον ανταγωνιστικό και δυναμικό χαρακτήρα της μορφής που προσδοκά να παρέχεται η εκπαίδευση στο σχολείο. Η πραγματικότητα όμως στην τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση όπως διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια καταδεικνύει τις αστοχίες και τις παραλείψεις στην σύλληψη και εισαγωγή  μιας αποτελεσματικής εκπαιδευτικής πολιτικής με τα αναμενόμενα αποτελέσματα. 
Σύμφωνα με τον John Kotter τα λάθη που οδηγούν σε αποτυχία όταν επιχειρούμε την αλλαγή είναι :
1.Χαλαρότητα – ασφάλεια. 
Κάθε αλλαγή, κάθε μετάβαση από μια κατάσταση σε μια άλλη δηλαδή, προϋποθέτει έναν προγραμματισμό  ο οποίος περιορίζει την αβεβαιότητα και οδηγεί σε συντονισμένη προσπάθεια (Xυτήρης,2013).Η συνειδητοποίηση την ανάγκης για την εισαγωγή μιας νέας ιδέας χρειάζεται προετοιμασία και η πολιτεία οφείλει. να προετοιμάζει τόσο το εξωτερικό περιβάλλον (γονείς, κοινωνία) όσο και το εσωτερικό (εκπαιδευτικούς, υποδομές) για να δεχτούν την αλλαγή. Πρακτικοί τρόποι που θα πρότεινα:
Πρόταση 1  
Φράσεις όπως «Δικαίωμα στο μέλλον» ή «Εργασία στους νέους» ή «Επιχειρώ ένα νέο σχολείο» ή « Όχι στην μετανάστευση των νέων. Δημιουργία ευκαιριών στη χώρα μας»
Αρχικά και μέσω των ΜΜΕ με συζητήσεις ανοικτές στο κοινό και στο διάλογο από έγκριτους δημοσιογράφους και εκπροσώπους της εκπαιδευτικής κοινότητας, παρουσιάζονται όλες οι πλευρές. Προβάλλονται απευθείας και γνωστοποιείται η πρόθεση της πολιτείας για αλλαγές στην τεχνική εκπαίδευση. Γίνεται αναλυτική ενημέρωση  από την πολιτική ηγεσία και παρουσίαση της επιτακτικής ανάγκης για εισαγωγή νέων μέτρων στην τεχνική εκπαίδευση ώστε να εναρμονιστεί η ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα με την Ε.Ε και να γίνει ανταγωνιστική απέναντι σε ξένες προκλήσεις. Η οικονομική ανάπτυξη, η προσανατολισμένη στον πρωτογενή τομέα στις μέρες της οικονομικής κρίσης, προβάλλει σαν επιτακτική ανάγκη, για να λειτουργήσουν οι αγορές και να βρουν δουλειά οι άνεργοι νέοι. Η συμμετοχή του κοινωνίας στις αποφάσεις μέσω ψηφίσματος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης(facebook) ώστε να γίνει σφυγμομέτρηση του κοινού αισθήματος, θα μπορούσε να συντελέσει θετικά.
Πρόταση 2. 
Παρουσίαση της επιτακτικής ανάγκης στον εκπαιδευτικό κόσμο. 
Φράσεις όπως «Σχολείο που αντανακλά στην πραγματική ζωή» ή «Εξωστρέφεια- σύνδεση με τον κόσμο των αγορών» «Αύξηση του μαθητικού δυναμικού στα Επαγγελματικά Λύκεια» ή «Εργασία για όλους τους εκπαιδευτικούς των ΕΠ.ΑΛ»
Ενημέρωση μέσω των επιστημονικών αλλά και συνδικαλιστικών φορέων. Ανάγκη για ελκυστικό σχολείο με ρεαλιστικούς προσανατολισμούς στραμμένο στην οικονομία. Η αλλαγή της εκπαιδευτικής πολιτικής παρουσιάζεται ως φυσική εξέλιξη την αναμέναμε. Η συρρίκνωση των σχολείων της ΤΕΕ, ο υποβιβασμός τους σε διοχετευτήριο «κακών μαθητών». Τονίζεται η αποτυχία της προηγούμενης πολιτικής των ΤΕΕ, όπου στα τμήματα στοιβάζονταν 30 μαθητές, η απόκτηση πτυχίου που δεν ανταποκρίθηκε στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και οδήγησαν τους αποφοίτους διετούς φοίτησης στην ημιμάθεια και στην επιστροφή τους μετά από χρόνια στο σχολείο για την απόκτηση του απολυτηρίου Λυκείου, στη μετάβαση σε πραγματιστικά σχολεία εναρμονισμένα στις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις και το νέο εργασιακό τοπίο. Ακόμα δίνεται έμφαση στην εργασιακή ασφάλεια των εκπαιδευτικών με την αυξητική τάση των ΤΕΕ στη χώρα.
Αποτυχία δημιουργίας συνασπισμού στήριξης.
Η απομείωση της αντίδρασης στην αλλαγή, μπορεί να επιτευχθεί αν ξεκινήσει από τους κόλπους της και από όσους εμπλέκονται στην νέα πραγματικότητα. Μία από τις κύριες αντιρρήσεις προέρχεται από το γεγονός, ότι αυτοί που μας επιβάλλουν τα νέα μέτρα δεν ανήκουν στην εκπαιδευτική κοινότητα, έρχονται σαν κομήτες, είναι «άσχετοι» Στην αρχή της σχολικής χρονιάς δίνεται χρόνος ικανός στους εκπαιδευτικούς και γενικά στο εκπαιδευτικό συγκείμενο για προσαρμογή στην νέα σχολική πραγματικότητα. Μέσω συναντήσεων και συμμετοχής σε  ημερίδες και προγράμματα, αναλύεται η ανάγκη για αλλαγή και παρέχεται ουσιαστική πληροφόρηση, γνωστοποιείται η νέα θέση και στρατηγική που θα ακολουθηθεί από την πολιτεία και το αρμόδιο υπουργείο ενώ βεβαιώνονται οι αγαθές προθέσεις της πολιτείας που δε θα θίξουν την εργασία τους αντίθετα θα τη στηρίξουν.Προτείνω:
  • τη συμμετοχή στο σχεδιασμό των νέων αναλυτικών προγραμμάτων και της πολιτικής που επιχειρείται αντιπροσωπευτικών ομάδων εκπαιδευτικών. Μέσα από τη συμμετοχή στο σχεδιασμό και τον προγραμματισμό της ύλης εξασφαλίζεται η ευρεία αποδοχή και συναίνεση από τους συναδέλφους που έχουν κοινές ανησυχίες αλλά και τα προσδοκώμενα οφέλη της αλλαγής- καινοτομίας που εισάγεται.
  • Ο φορέας της αλλαγής είναι αυτός που προτείνει την νέα ιδέα. Συνήθως οι νέες ιδέες δεν αποτελούν προϊόν παρθενογένεσης. Θα πρότεινα σε περίπτωση που έχει εφαρμοστεί και σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, να κληθεί ο εμπνευστής της που θα τυγχάνει ευρείας αποδοχής, να επηρεάσει την κοινή γνώμη και να υποστηρίξει την εισαγωγή της νέας πολιτικής και των νέων μέτρων. Η εκπαιδευτική πολιτική μιας χώρας όπως εφαρμόζεται φυσικά, δεν μπορεί να υιοθετηθεί τυφλά από μία άλλη. Η προσαρμογή της υπάρχουσας, στα δεδομένα της χώρας που εισάγει την νέα πολιτική είναι απαραίτητη. Φρασεολογία κατάλληλη: συμβαδίζω με την εξέλιξη και ακολουθώ τις νέες επιταγές της οικονομίας, διαμορφώνω τεχνολογικά προηγμένους μαθητές, συμμετοχή της Ελλάδας στην παραγωγή και τις ξένες αγορές, δυναμικό άνοιγμα και έξοδος από την κρίση μέσω τεχνογνωσίας.
  • Υποτίμηση δύναμης οράματος. Ο ηγέτης, το πολιτικό πρόσωπο, ο υπουργός, ο νομοθέτης, το στέλεχος, αυτός που προωθεί εν τέλει την αλλαγή, θα πρέπει να διακρίνεται από ένα ισχυρό όραμα. Να έχει την ικανότητα να εμπνέει στους συνεργάτες του, τη νέα ιδέα και να τους μετασχηματίζει σε ηγέτες με δυναμική παρουσία. Προτείνω:
  • τη συμμετοχή όλων των μαθητών κυρίως των πιο αδύναμων στην εκπαιδευτική διαδικασία διαβεβαιώνοντάς τους ότι: θα υπάρξουν νέα αναλυτικά προγράμματα όπου θα συνδέεται η θεωρία με την πράξη (περισσότερα εργαστήρια) και επισκέψεις σε χώρους εργασίας όπου θα μπορούν να συμμετέχουν μαθητές ως «εργαζόμενοι» .Να ανακαλύπτουν οι ίδιοι τη φύση της εργασίας, τις δυσκολίες ,τις απαιτήσεις αλλά και την ανάγκη για τεχνογνωσία που θα πρέπει να διαθέτουν. Νέα ενημερωμένα σχολικά εγχειρίδια και εκπαιδευτικό λογισμικό σχετικό με το αντικείμενο επιλογής τους, που θα διατίθεται δωρεάν. Απαλλαγή από τον υπερβολικό όγκο εξεταστέας ύλης που προσδίδει άγχος και φορτώνει το μαθητή με υπερωριακή εργασία (καθημερινά φροντιστήρια). Εξετάσεις μέσω σε project, μέσω σχεδίων εργασίας και συμμετοχή σε ομάδες εργασίας όλων των μαθητών.
ü Οργάνωση  των τεχνολογικών υποδομών και παροχή όλων των απαιτούμενων μέσων ώστε να γίνει η προσαρμογή και η μετάβαση με ομαλό τρόπο ιδίως σε μαθητές που παρουσιάζουν χαμηλή επίδοση και προέρχονται από φτωχά οικονομικά στρώματα. Δίνεται ικανός χρόνος για την επιτυχή μετάβαση και αποδοχή από τους εμπλεκόμενους. Επιμορφώσεις, σεμινάρια και ενημερώσεις εντός σχολικού ωραρίου σε οργανωμένες ομάδες. Παρουσιάζονται τα επιτυχή αποτελέσματα των εφαρμογών σε σχολεία όπου έχει ήδη εφαρμοστεί πιλοτικά η καινοτόμα ιδέα και προχωράμε βήμα-βήμα.
4.Ελλιπής επικοινωνία οράματος 
ü Δημιουργία φορέα για την τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση μελετών και αναλύσεων. Ο ηγέτης  λαμβάνει υπόψη του τους υλοποιητές της αλλαγής, συνεργάζεται και οργανώνει τη στρατηγική του, τους κάνει ξεκάθαρο τι θέλει να πετύχει. Μετατρέπουν αυτοί τις αλλαγές σε προγράμματα κα σχέδια δράσης, τους μετασχηματίζει δίνοντάς τους αρμοδιότητες και εξουσίες ώστε  να γίνουν πραγματικότητα τα σχέδια δράσης. Μετατρέπονται σε αναμεταδότες της σύγχρονης τεχνολογίας. 
ü Αξιολόγηση σε τακτική βάση του εκπαιδευτικού έργου και των πολιτικών που ακολουθούνται. Αξιολόγηση των στελεχών, διευθυντών σχολικών μονάδων, εκπαιδευτικών, υποδομών και επέμβαση όπου χρειάζεται. Έλεγχος και εποπτεία εσωτερική αλλά και εξωτερική με στόχο τη βελτίωση και την εποικοδομητική παρέμβαση. ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ από τους εκπαιδευτικούς της σύνδεσης της αξιολόγησης με την απόλυση. Δημιουργία ασφαλούς κλίματος, κλίματος εμπιστοσύνης. Αμοιβή ικανοποιητική και δημιουργία κατάλληλου εργασιακού συνθηκών. Η αλλαγή όταν γίνεται από τα άτομα σταδιακά και όχι σε όλα τα επίπεδα είναι πιο εύκολο να γίνει αποδεκτή. Κρίνεται χρήσιμη η σταδιακή αλλαγή στη στάση και στη νοοτροπία της κοινωνίας ως προς το έργο της ΤΕΕ, η αναγνώριση και κοινωνική καταξίωση της χειρωνακτικής εργασίας. 
Η νοοτροπία της ελληνικής κοινωνίας είναι από την ίδρυσή της όπως είδαμε, προσανατολισμένη στην κλασική παιδεία και στους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους. Από την άλλη, η επιρροή από την ορθόδοξη εκκλησία η οποία αποκηρύσσει τον ανταγωνισμό, οδήγησε στην απομόνωση της τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης και της αντιμετώπισής της από την ελληνική κοινωνία ως παραπαίδι της παιδείας. Η πολιτισμική κουλτούρα, η προσήλωση στην παράδοση, η έλλειψη πνεύματος αποδοχής νεωτεριστικών ιδεών επιμένουν να κρατούν την Ελλάδα εκτός τεχνολογικής, βιομηχανικής ανάπτυξης και με προσανατολισμό στον τριτογενή τομέα. 
Αποτέλεσμα: βαφτίζουν εκπαιδευτική μεταρρύθμιση οι εκάστοτε κυβερνήσεις τις αλλαγές που γίνονται, χωρίς προγραμματισμό, μελέτη, οργάνωση και στρατηγική και μοιάζουν να μην έχουν τι να κάνουν με το αποπαίδι της εκπαίδευσης, την τεχνική εκπαίδευση, η οποία βρίσκεται σταθερά στο περιθώριο. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

• Αγγελίδης  Α, Μαυροειδής. Γ,2004, Εκπαιδευτικές καινοτομίες για το σχολείο του μέλλοντος, Αθήνα, τυπωθήτω ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΡΔΑΝΟΣ
• Ιακωβίδης  Γ.,1998, η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση στην Ελλάδα, Αθήνα,Gutenberg
• Χυτήρης Λ.,2013,Οργανωσιακή συμπεριφορά, Αθήνα, ΦΑΙΔΙΜΟΣ
Διαδίκτυο
• http://dide.ilei.sch.gr/keplinet/articles/tee-history.php,τελευταία επίσκεψη 21/10/2016